Εσύ θα μείνεις ουρανός,
μικρό μου σύμπαν, μικρός θεός.
Κι εγώ, μια στο σκοτάδι, μια στο φώς
Πάντα θα μένω κάτω, εδώ,
να ψάχνω ακόμα το γιατί, το πού, το πώς.
Δέκα βυθίζομαι, μία πετώ
Δέκα σε σκέφτομαι, μια σε μισώ
σε θέλω σα ναρκωτικό,
τριπάκι μου στο σώμα μου
φωτιά και κεραυνό.
Μένω εδώ και απορώ
σ’ αυτόν το σίγουρο γκρεμό
είναι το σώμα που οδηγεί
ή η ψυχή που για να ζει,
δύσβατα παίρνει μονοπάτια…
Μ’ αυτή τη γλώσσα την τρελλή
είναι το σώμα που καλεί
ή η ψυχή που προτιμά
τα πάθη και τους πειρασμούς
και γίνεται κομμάτια…
Πού και πού όταν μου μιλάς,
μικρά να φτιάχνεις παραμύθια..
Για να τα μπλέκω όταν ξεχνάς,
Και να τα κάνω όνειρα,
με τη δική μου αλήθεια…
Πού και πού να με ζητάς,
με την ανάσα σου καυτή,
να αγγίζεις στο λαιμό μου…
να σβήνεις κάθε αναστολή,
και μπαίνοντας στο σώμα μου,
να παίρνεις το μυαλό μου.
Κι όταν θα σβήσει αυτή η φωτιά,
φύγε μακριά αν φοβηθείς
ή μείνε στο πλευρό μου.
Δε θα με νοιάζει άλλωστε πια,
αν -πάθος μου παράλογο-
με δεις να στροβιλίζομαι
σ’έναν παράξενο χορό
πριν πνίξω το λυγμό μου.