Φίλε μου αγαπημένε που θα ψηφίσεις αύριο ΝΑΙ…
Λυπάμαι που δε μπορώ να συμμεριστώ την άποψή σου.
Τη σέβομαι αλλά με κάνει και δακρύζω.
Όπως με κάνει και δακρύζω
η έκπτωση των αξιών και των ιδεών με τις οποίες μεγάλωσα
-και μεγάλωσες- για χάρη μιας εξουσίας τεχνοκρατών.
Με κάνει και σπαράζω η αναγωγή του τραπεζικού μου λογαριασμό,
στο υπέρτατο αγαθό για το οποίο θα πρέπει να αγωνίζομαι.
Και με συνθλίβει η διαστρέβλωση της πραγματικότητας.
Δεν αποδέχομαι ότι με το μεγάλο ΝΑΙ
θα αποκατασταθεί η τιμή και η αξιοπρέπειά μου.
Ούτε ότι θα ζήσω καλύτερα.
Γιατί, κατ’ εμέ, αξιοπρεπής δεν είναι ο ευκατάστατος, ο πλούσιος, ο βολεμένος.
Αξιοπρεπής ΜΠΟΡΕΙ να είναι και ο φτωχός.
Δεν αποδέχομαι ότι ο κόσμος δεν αλλάζει.
Δεν αποδέχομαι το δίκαιο του ισχυρού.
Δεν αποδέχομαι ότι θα πρέπει να κατανοήσω τον κόσμο με βάση το “μνημείο του πολιτικού ρεαλισμού” όπως θεωρείται η ‘επιστολή προς Μηλίους’
στην οποία με παρέπεμψες.
Τη διάβασα -καθώς ΔΕΝ διδάσκεται στην ιστορία μας- όπως ορθά μου είπες.
Και με έκανε κι αυτή να δακρύσω.
Δε θέλω τέτοιο κόσμο. Δεν ονειρεύομαι τέτοιο δίκαιο.
Δεν ονειρεύομαι, δε ΔΕΧΟΜΑΙ τέτοιο ‘πολιτισμό’.
Και ποτέ δε θα συμφωνήσω ότι αυτό είναι το σωστό.
Ποτέ δε θα συμφωνήσω ότι αυτή είναι η νόρμα. Το κανονικό.
Το δίκαιο του ισχυρού υπάρχει. Το γνωρίζω.
Μα δε θα σταματήσω, με νύχια και με δόντια να το μάχομαι.
Να το παλεύω. Από όποια θέση μου δίνει τη δυνατότητα η ζωή και οι αντοχές μου.
Και με την επιμονή μου -όπως το νερό- θα λειάνω την πέτρα.
Δεν έχει νόημα να προσπαθήσω να σε πείσω με επιχειρήματα.
Τα λογικά επιχειρήματα περισσεύουν όταν μου απαντάς:
‘Εντάξει, μπορεί να έχεις και δίκιο, αλλά δεν έχεις δύναμη, είσαι μια μικρή κουκίδα στην Ευρώπη και δεν μπορείς να το διεκδικήσεις.’
Τα λογικά επιχειρήματα περισσεύουν όταν διαβάζεις αναλύσεις επί αναλύσεων για το πόσο παράλογα είναι αυτά που μου επέβαλλαν και επιμένουν να μου επιβάλλουν, αλλά επειδή οι ισχυροί -για τους όποιους δικούς τους λόγους- έτσι το θέλουν, θα πρέπει να το δεχτώ.
Έχω γεννηθεί σ’ έναν ευλογημένο και ταυτόχρονα καταραμένο τόπο.
Σε έναν τόπο με ‘βαριά’ ιστορία και ‘ελαφρύ’ παρόν.
Σε έναν τόπο όπου με σφυροκοπούν με τους χαρακτηρισμούς του τεμπέλη, του ανίκανου, του κλέφτη, του βολεψάκια, του διεφθαρμένου, του επαίτη.
Σε έναν τόπο όπου μου λένε ότι το μόνο καλό που έχω να επιδείξω είναι οι ιστορίες -επιλεκτικά παραχαραγμένες κι αυτές- των αρχαίων προγόνων μου, τις οποίες όταν τολμώ να αναφέρω με χαρακτηρίζουν εθνικιστή και αρχαιολάγνο. Γιατί τους αρχαίους και την όποια ένδοξη ιστορία μου τους έχουν καπηλευτεί οι Εθνικιστές και οι Ακροδεξιοί τους οποίους όπως ίσως καλά γνωρίζεις σιχαίνομαι. Ολοι οι λαοί είναι περήφανοι για την ιστορία τους – και όσοι δεν έχουν και καμιά μεγάλη να επιδείξουν την εφευρίσκουν. Εγώ όμως πρέπει να μην την αναφέρω. Δεν είμαι άξιος απόγονος άλλωστε.
Ο χαρακτηρισμός και το κόμπλεξ του παρακατιανού, του βαλκάνιου -λες κι αυτό ειναι ύβρις-, του μη Ευρωπαίου (βλ. βόρειου & ‘πολιτισμένου’) είναι το αδύναμο κουμπί μου. Κι αυτό νόμισα ότι το κέρδισα, το ξόρκισα, όταν ‘μπήκαμε’ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Νόμισα ότι -επιτέλους- με αποδέχτηκαν ως Ευρωπαίο Πολίτη και όλοι οι άλλοι ‘Ευρωπαίοι’ πολίτες. Και λες και ψήλωσα 30 πόντους.
Αρχισα να ψωνίζω ρούχα από κει που ψωνίζουν και οι άλλοι ‘ευρωπαίοι’, άρχισα να τρώω αυτά που τρώνε, άρχισα να παίρνω μισό καρπούζι, 2 ντομάτες, και 3 μήλα, εκεί που παλιά γέμιζα τις σακούλες και μισό καρπούζι δεν ήξερα τι σημαίνει. Αρχισα να θάβω ή να πετάω τα προϊόντα που παράγει ο τόπος μου για να εισάγω τα ‘καλύτερα’ από όλο τον κόσμο. Αρχισα να τρώω σε χλιδάτα εστιατόρια nouvelle cuisine όπου πλήρωνα 1 φασολάκι κι ένα ντοματάκι δίπλα σε ένα κομματάκι κρέας σα νά’τανε χρυσάφι, να κυκλοφορώ με μουράτο αυτοκίνητο, να ταξιδεύω σε 7στερα ξενοδοχεία σε όλο τον κόσμο. Α, έφτιαξα κι ένα (ή περισσότερα) ωραίο σπίτι…
Ω, ωραία που χτίζονταν γύρω μου τα τείχη…
Χώθηκα μέχρι το λαιμό στα χρέη, αλλά αφού μου τα έδιναν οι καλές μου τράπεζες και οι νέοι φίλοι μου οι ‘Ευρωπαίοι’ που ήθελαν το καλό μου και να με βοηθήσουν -στους οποίους καθώς είπε και η κατά τα άλλα εξαιρετικά σεβαστή κ. Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ και συνυπέγραψαν οι 40 πανεπιστημιακοί θα πρέπει να χρωστώ ευγνωμοσύνη– γιατί να μην τα έπαιρνα; Ολα έδειχναν ότι θα μπορώ να τα αποπληρώσω. Αλλωστε, οι δανειστές μου αν δεν πίστευαν ότι θα μπορούσα να τα αποπληρώσω, δε θα μου τα έδιναν. Σωστά; ΛΑΘΟΣ. Και τώρα το ξέρω. Για άλλους λόγους με ‘τύφλωναν’ με τα εύκολα…
Αυτό δε το αδύναμο κουμπί μου, το γνωρίζουν πολύ καλά όσοι έχουν επιδοθεί σε έναν αγώνα εκφοβισμού εδώ και τουλάχιστον μια εβδομάδα. Σ’ αυτό το κόμπλεξ του παρακατιανού, το αποδιοπομπαίου τράγου έρχεται και ακουμπάει τώρα
η μετατροπή του ερωτήματος του Δημοψηφίσματος από :
ΝΑΙ ή ΟΧΙ σε μια αδιέξοδη λύση
σε ΝΑΙ ή ΟΧΙ στην Ευρώπη.
Στο θυμικό μου απευθύνονται. Στο φόβο και το κόμπλεξ μου. Χρησιμοποιώντας ως προκάλυμμα το δίκαιο του ισχυρού.
Αν δεν φοβόντουσαν το ΟΧΙ μου και το ΟΧΙ σου…
Σκέψου όμως λιγάκι κι αυτό. Αν δεν φοβόντουσαν το ΟΧΙ μου και το ΟΧΙ σου, δε θα ασχολούνταν με το τι θα ψηφίσουμε εγώ κι εσύ. Δε θα επιδίδοντο σε έναν ανελέητο αγώνα μεταστροφής της κοινής γνώμης και της τάσης που υπήρχε με καθε τρόπο εκφοβισμού και προπαγάνδας. Δε θα έβγαιναν από τα ρούχα τους, δε θα άφηναν να πέσουν ΤΟΣΟ απροκάλυπτα οι μάσκες. Δε θα διακινδύνευαν τόσο απροκάλυπτα να χάσουν το δημοκρατικό τους προσωπείο με παρεμβατικές δηλώσεις του τύπου ΑΛΛΑΞΤΕ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ γιατί αυτή δε μας αρέσει.
Ο ισχυρός δεν προσπαθεί να με πείσει ότι είναι ισχυρός. Απλά είναι. Κι όταν με απειλεί, δεν το κάνει για το δικό μου συμφέρον αλλά για το δικό του.
Γιατί ΔΕ ΦΑΝΤΑΖΟΜΑΙ να έχεις πειστεί ότι μας απειλούν για το καλό μου και το καλό σου.
ΔΕ ΦΑΝΤΑΖΟΜΑΙ να έχεις πειστεί ότι ενδιαφέρονται για σένα και για μένα.
Θέλω να σου θυμίσω
Θέλω να σου θυμίσω,
ότι εσύ κι εγώ
γεννηθήκαμε στη χώρα του Ελύτη, του Ρίτσου, του Κάλβου, του Σεφέρη, του Καβάφη και τόσων άλλων -για να μην αναφερθώ στους αρχαιότερους
Και όταν τους διαβάζω
η ψυχή μου ανοίγει διάπλατα στο σύμπαν.
Βγάζει φτερά και πετάει.
Θέλω να σου θυμίσω ότι
για κείνους που πιστεύουν ότι δεν μπορεί να κερδίζει πάντα το δίκαιο του ισχυρού,
για τους ονειροπόλους, τους ιδεολόγους.
Τους πειραγμένους.
Για κείνους γράφει η ιστορία.Από κείνους που κάποτε αψήφισαν το φόβο και τον ισχυρό,
από κείνους αντλούν δύναμη οι άνθρωποι. Από κείνους εμπνέονται.Και χάρη σ’ αυτούς, εσύ κι εγώ, δεν είμαστε ακόμη δούλοι.
Εγώ αγαπημένε μου φίλε, θέλω να συνεχίσω να ονειρεύομαι.
Και θέλω οι επιλογές μου να οδηγούνται από τα όνειρά μου
και όχι από το φόβο μου.
Εγώ θα ψηφίσω με το χέρι στην καρδιά
και ΟΧΙ με το χέρι στην τσέπη
Εγώ αγαπημένε μου φίλε,
θα ψηφίσω με το χέρι στην καρδιά
και ΟΧΙ με το χέρι στην τσέπη.
Γιατί για πρώτη φορά μου δίνεται η ευκαιρία
να κάνω κάτι καλύτερο από το να ψηφίζω πρόσωπα που δε γουστάρω,
και να συμμετέχω σε ένα πολιτικό σκηνικό το οποίο απεχθάνομαι
και με το οποίο διαφωνώ, αλλά που με την έκπτωση της λευκής ψήφου
μου έχει στερήσει το δικαίωμα να εκφράζω την συνολική απαξίωσή μου.
Για πρώτη φορά μου δίνεται η ευκαιρία
να αποδείξω ότι οι αρχές με τις οποίες μεγάλωσα
οι αρχές της αλήθειας, της αλληλεγγύης, της δημοκρατίας,
της δικαιοσύνης, της περηφάνειας και της αξιοπρέπειας
έχουν τελικά κάποια αξία. Για μένα.
Και για να λέμε την αλήθεια, νομίζω πως ‘κλέβω’ κιόλας.
Δε μου φαίνεται και τόσο μεγάλη η ΄θυσία’ και τόσο μεγάλο το δίλημμα.
Για μένα αυτή η επιλογή φαντάζει ΤΟΣΟ πιο εύκολη
από ότι αν είχα πράγματι να επιλέξω ανάμεσα σε ευημερία ή φτώχεια.
Αφού έτσι κι αλλιώς έχω πτωχεύσει. Δύσκολες μέρες έρχονται.
Ακόμα δυσκολότερες από όσες ως τώρα έχουμε ζήσει.
Το ξέρεις κι εσύ. Το ξέρουμε όλοι.
Είτε με ΝΑΙ είτε με ΟΧΙ, οι αποφάσεις είναι προειλημμένες.
Τα ίδια θα μας συμβούν αν δε θέλουν να διαπραγματευτούν
οι ‘ισχυροί’. Και θα αποδώσουν την σκληρότητά τους στα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος.
Λέγοντάς μας ότι εμείς φταίμε και πάλι. Το έχουν ήδη προαναγγείλει.
Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, είτε με το ΝΑΙ είτε με το ΟΧΙ,
όλοι μαζί εδώ σε ένα καζάνι θα βράσουμε.
Το ζήτημα είναι αν θα σιγοβράσουμε ή αν θα μπούμε στη χύτρα.
Εγώ βουτάω λοιπόν στη χύτρα, με τις φτερούγες μου ανοιχτές και όχι ξεπουπουλιασμένη,
γιατί μόνο τότε ίσως -αν φτερουγίσω δυνατά- μπορεί και να καταφέρω να πετάξω έξω απ’ το καζάνι.
Τι λες, λοιπον;
Θα ονειρευτείς μαζί μου;
Θα πιστέψεις ότι μπορούμε να ταράξουμε λίγο το σύμπαν;
Δεν έχεις αλήθεια, περιέργεια να μάθεις τι θα γίνει
αν δεν -από το φόβο- παραλύσουμε
κι -ως νέοι Τρώες– ολόγυρα απ’ τα τείχη τρέξουμε
ζητώντας να γλυτώσουμε με την φυγή;
Σ’ αγαπάω πάντα…
M.L.